Πριν κάποια χρόνια το «6αρι», ήταν ο παίκτης που είχε τον άχαρο ρόλο της «βρώμικης» δουλειάς, ο καθαρός «κόφτης» στην γλώσσα του ποδοσφαίρου. Ο άνθρωπος που «κατάπινε» χιλιόμετρα για το καλό της ομάδας με τις επευφημίες να πηγαίνουν σε αυτούς που προσέφεραν θέαμα με τις ντρίπλες και τα γκολ. Ωστόσο, με τον καιρό αυτό άλλαξε. Νέες τακτικές, νέοι προπονητές, νέες ιδέες αναβάθμισαν την συγκεκριμένη θέση με ποδοσφαιριστές οι οποίοι με την ενέργειά τους, την ευφυΐα τους, την τεχνική τους, αλλά και τον… τσαμπουκά τους έδωσαν και δίνουν μια διαφορετική νότα στο παιχνίδι.
Λόταρ Ματέους (1979 – 2001)
Οι πέντε παρουσίες του στο Παγκόσμιο Κύπελλο παραμένουν ρεκόρ, όπως και οι 25 εμφανίσεις του στη διοργάνωση. Μια θρυλική καριέρα, όπου κέρδισε 7 πρωταθλήματα στη Bundesliga, 3 κύπελλα, ένα πρωτάθλημα Ιταλίας και δυο κύπελλα UEFA. Βοήθησε τα μέγιστα τη Γερμανία στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1980 και την οδήγησε στην κορυφή του κόσμου δέκα χρόνια αργότερα. Μέτρησε 150 συμμετοχές με την Εθνική, ρεκόρ μοναδικό. Του απονεμήθηκε επίσης η Χρυσή Μπάλα το 1990 και έγινε ο πρώτος παίκτης που αναδείχθηκε Παγκόσμιος Παίκτης της Χρονιάς από τη FIFA ένα χρόνο αργότερα. Σε ηλικία 38 ετών, ο Ματέους απέδειξε την… απέραντη μακροζωία του παίρνοντας τον τίτλο του κορυφαίου της χρονιάς στη Bundesliga.
Φρανκ Ράικαρντ (1980 – 1995)
Ο Γιόχαν Κρόιφ πέρασε στην ιστορία ως ο άνθρωπος που έκανε το «Total Football» τόσο λαμπερό. Ο Φρανκ Ράικαρντ, μαζί με τους Ρουντ Γκούλιτ και Μάρκο Φαν Μπάστεν είναι οι παίκτες που το… επανέφεραν. Αυτή η ολλανδική τριπλέτα κυριάρχησε τόσο σε διεθνές όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Ο χρόνος του στην Μίλαν και ο ρόλος του στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1988 προσέφεραν στον Ράικαρντ παγκόσμια αναγνώριση και βρέθηκε στο club με τους καλύτερους αμυντικούς μέσους στον πλανήτη. Κατά τη διάρκεια της τεράστιας του καριέρας κέρδισε 5 τίτλους πρωταθλήματος Ολλανδίας, 3 Κύπελλα Ολλανδίας, δύο τίτλους Serie A, ένα Κύπελλο Κυπελλούχων και τρεις τίτλους Champions League. Μέτρησε 73 συμμετοχές με την Ολλανδία και πέρασε στην ιστορία για το Euro του 1988.
Ρόι Kιν (1989 – 2005)
«Μαχητικό πνεύμα» o Iρλανδός μέσος, έγινε ο φύλακας – άγγελος της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και βοήθησε τα μέγιστα στην εκτόξευσή της. Οι μονομαχίες με τον σπουδαίο Πατρίκ Βιεϊρά είναι θρυλικές, όπως και τα τάκλιν του. Πίσω από όλη την επιθετικότητα, ωστόσο, βρισκόταν ένας παίκτης τεράστιας ποιότητας. Αλλωστε, ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον είχε τονίσει πως ήταν ο καλύτερος παίκτης που έχει προπονήσει ποτέ. Με τον Ρόι Κιν η Γιουνάιτεντ κέρδισε 7 πρωταθλήματα, 4 κύπελλα κι ένα Champions League. Είχε 66 συμμετοχές με την Εθνική Ιρλανδίας κι έβαλε το όνομά του ανάμεσα στους κορυφαίους της χώρας.
Ενισχυμένες αποδόσεις στην Premier League
Έντγκαρ Ντάβιντς (1991 – 2014)
Το ξεχωριστό του στυλ, η δύναμη, η τεχνική, η ευφυΐα και η αθλητικότητά του, τον έκαναν να ξεχωρίσει. Το «πίτμπουλ» από την Ολλανδία, γεννημένο στο Σουρινάμ, είχε το απόλυτο πακέτο του παίκτη που μεγαλούργησε στη θέση «έξι», κυρίως την δεκαετία του 90’, αλλά και στις αρχές του 2000. Άγιαξ, Μίλαν, Γιουβέντους, Μπαρτσελόνα, Ίντερ, Τότεναμ, ομάδες μεγαθήρια, έδωσαν την τα ηνία στον Ντάβιντς και αυτός δεν τους διέψευσε, καθώς θεωρείται ως ένας από τους σπουδαιότερους ποδοσφαιριστές της εποχής του.
Κατά τη διάρκεια της 23άχρονης του καριέρας κατέκτησε από μία φορά το Champions League το Κύπελλο UEFA, το Σούπερ Καπ Ευρώπης και το Διηπειρωτικό Κύπελλο. Επίσης πανηγύρισε 3 Πρωταθλήματα Ολλανδίας, 4 Κύπελλα Ολλανδίας, 4 Πρωταθλήματα Serie A και 3 Κύπελλα Ιταλίας. Το 1998 τερμάτισε στην 4η θέση με την Εθνική Ολλανδίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Γαλλίας, με την οποία μέτρησε 74 συμμετοχές.
Τζενάρο Γκατούζο (1995 – 2013)
Μαχητικότητα, ψυχή, πάθος και ποδοσφαιρική μαγκιά είναι κάποια από τα στοιχεία που ανέδειξαν τον «Ρίνο». Μπορεί ο Ιταλός να μην ήταν φημισμένος για τις τεχνικές του ικανότητες, ωστόσο, δίπλα στον Αντρέα Πίρλο θα μπορούσες να τον χαρακτηρίσεις σαν τον «Κέρβερο» που δεν άφηνε να περάσει τίποτα. Δίκαια θα μπορούσε να του αποδοθεί η έκφραση» «ή η μπάλα ή ο παίκτης». Οι οπαδοί των «ροσονέρι» τον αγαπούσαν τόσο πολύ που σήκωναν δεκάδες πανό και σημαίες με το όνομα του για 13 χρόνια που αγωνίστηκε στο Μιλάνο.
Μαζί τους πανηγύρισε 2 φορές το Champions League και το Σούπερ Καπ Ευρώπης, ενώ εγχώρια κατέκτησε δις το Πρωτάθλημα της Serie A και μία το Κύπελλο Ιταλίας. Σε εθνικό επίπεδο, το 2006 σήκωσε μέσα στην Γερμανία το Παγκόσμιο Κύπελλο με την «Σκουάντρα Ατζούρα».
Πατρίκ Βιεϊρά (1994 – 2011)
Το καλοκαίρι του 1996 ένα 20χρονο ψηλόλιγνο παιδί καταφθάνει στο Λονδίνο για λογαριασμό της Άρσεναλ από την Μίλαν. Άγνωστος σε όλους, ο Πατρικ Βιεϊρά, ήταν το μεγάλο στοίχημα του Αρσέν Βενγκέρ στην νέα ομάδα που ξεκίνησε να χτίζει. «Έχει περάσει πολύ καιρός από τη τελευταία φορά που είχαμε τέτοιο μέσο. Οι πάσες του προς την επίθεση είναι μαγικές», είχε αναφέρει ο Ίαν Ράιτ. Η συνέχεια γνωστή σε όλους μας. Στα εννέα χρόνια που έμεινε στους «κανονιέρηδες» κατέγραψε 400 συμμετοχές, πανηγύρισε 10 τίτλους (3 Premier League, 4 FA Cup, 3 Community Shield), πρωταγωνίστησε στο αήττητο πρωτάθλημα της σεζόν 2003-04 και έγινε αρχηγός των «Invisibles».
Ντανιέλε Ντε Ρόσι ( 2001 – 2019)
Ο «Capitano Futuro», όπως τον αποκαλούσαν με αγάπη οι οπαδοί της Ρόμα, αποτελεί πρότυπο ποδοσφαιριστή για τους περισσότερους. Γέννημα-θρέμμα Ρωμαίος, οπαδός των «λύκων» και στην «σκιά» του Τότι, ο Ντε Ρόσι, ήταν αυτός που οργάνωνε το κέντρο των «τζαλορόσι» για 18 χρόνια. Ποτέ δεν υπήρξε το είδος του παίκτη που… φοβάται να παίξει βρώμικα, ωστόσο, με την ωριμότητα του και την αρχηγική του φιγούρα κατέχει μία θέση στο «Πάνθεον» των καλύτερων ποδοσφαιριστών που έπαιξαν στην θέση «6». Αποκορύφωμα στην καριέρα του ήταν η κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου το 2006, με την Εθνική Ιταλίας. Σε συλλογικό επίπεδο πανηγύρισε 2 φορές το Κύπελλο Ιταλίας, ενώ στο φινάλε της καριέρα τους κατέκτησε το Πρωτάθλημα Αργεντινής με την φανέλα της Μπόκα Τζούνιορς.
Serie A σε ζωντανή μετάδοση * !
Κλοντ Μακελελέ (1991 – 2011)
Πριν κάποια χρόνια ο Κασεμίρο ανέφερε: «Ο Μακελελέ, είναι ο παίκτης που εξέλιξε την θέση μας». Ο μικρόσωμος Γάλλος, με ρίζες από το Ζαΐρ, υπήρξε ένας σπουδαίος ποδοσφαιριστής, που όσο μπόι του έλειπε, άλλο τόσο σημαντικός ήταν στις ομάδες που αγωνίστηκε. Ο «θόρυβος», όπως σημαίνει το επίθετο του στην γλώσσα των Λινγκάλα, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην «αναγέννηση» της Ρεάλ Μαδρίτης. Ήταν ο στυλοβάτης στο κέντρο των Μαδριλένων, με τα αμέτρητα χιλιόμετρα που «κατάπινε» και τις καθοριστικές του παρεμβάσεις, ωστόσο, όταν το καλοκαίρι του 2003 ζήτησε αύξηση, ο Φλορεντίνο Πέρεθ του το αρνήθηκε. Το αποτέλεσμα; Η Ρεάλ έκανε πολλά χρόνια μέχρι να σηκώσει πάλι κάποιο σπουδαίο τρόπαιο και ο Μουρίνιο πρόσθεσε το πιο σημαντικό «γρανάζι» στην μηχανή της Τσέλσι, που είχε ξεκινήσει την αντεπίθεση της στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Πανηγύρισε 16 τίτλους στη διάρκεια της επιτυχημένης του καριέρας, ανάμεσα τους το Champions League, τα δύο Πρωταθλήματα με την Ρεάλ Μαδρίτης και η διπλή κατάκτηση της Premier League με την Τσέλσι.
Ζιλμπέρτο Σίλβα (1997 – 2013)
«Αόρατο τείχος», παγκόσμιος πρωταθλητής, δουλευταράς και… Βραζιλιάνος. Ο Ζιλμπέρτο Σίλβα δεν ήταν ένας βιρτουόζος μέσος, αλλά παίκτης ουσίας και δίκαια συγκαταλέγεται στα κορυφαία εξάρια του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Η καριέρα του άνθισε στην Άρσεναλ του Αρσέν Βενγκέρ, όταν κατέφθασε στο Λονδίνο το 2002 από την Βραζιλία. Τότε πολλοί αμφισβήτησαν τον Γάλλο προπονητή για την συγκεκριμένη επιλογή, αλλά ο χρόνος έμελλε να είναι ο καλύτερος «γιατρός», καθώς ο Βραζιλιάνος αποδείχθηκε μία από τις πιο σωστές κινήσεις των «κανονιέρηδων». Το 2008 ο Παναθηναϊκός πραγματοποίησε μία από τις μεγαλύτερες μεταγραφές στην ιστορία του, καθώς κατάφερε να τον πείσει και να αγωνιστεί στην χώρα μας. Ο αρχηγός της Εθνικής Βραζιλίας έπαιζε στο ελληνικό πρωτάθλημα μία τριετία, πρόσφερε αίγλη, ποιότητα και σεβασμό, πανηγυρίζοντας το νταμπλ με τους «πράσινους» το 2010.
Τσάμπι Αλόνσο (1999 – 2017)
«Xabi Alonso’s class». Αν ο Τσάμπι Αλόνσο ήταν ηθοποιός σίγουρα θα ήταν πρωταγωνιστής στο Xόλιγουντ. Με το «αρχοντικό» του στυλ πρόσθεσε την δική του πινελιά στην θέση «6». Μπορεί να μην έπεφτε με μανία στην διεκδίκηση της μπάλας, μπορεί να ήταν ο πιο γρήγορος μέσα στον αγωνιστικό χώρο, αλλά η ηγετική του στόφα, η πάσα του και το πως στεκόταν στο γήπεδο, τον βάζει στη λίστα με τους κορυφαίους. Ήταν ηγέτης με όλη την σημασία της λέξης, που κατάφερε να κερδίσει τον σεβασμό, να διευθύνει, να κατευθύνει και να ορίζει τον ρυθμό του αγώνα, όπως αυτός επιθυμεί.
Κατέκτησε 2 Champions League με την Λίβερπουλ και την Ρεάλ Μαδρίτης και τέσσερα Πρωταθλήματα (1 LaLiga, 3 Bundesliga). Οι κορυφαίες στιγμές στην καριέρα του ήρθαν με την Ισπανίας την τετραετία 2008 έως 2012, όπου η «φούρια ρόχα» πανηγύρισε δύο φορές το Ευρωπαϊκό Κύπελλο και μία το Παγκόσμιο.
Ν’Γκολό Καντέ (2001 – )
Βγαλμένη από… κόμικ η καριέρα του Ν’ Γκολό Καντέ, αν αναλογιστεί κανείς την εξέλιξη της πορεία της. Ο βραχύσωμος Γάλλος το 2011 αγωνιζόταν στη 2η ομάδα της Μπουλόν, στην 3η εθνική κατηγορία της Γαλλίας. Σε σύντομο χρονικό διάστημα τα «φώτα» έπεσαν πάνω τους, δίνοντας του το προσωνύμιο ο «νέος Μακελελέ». Κάτι τέτοιο δεν τον πτόησε και πέντε χρόνια μετά, ο ίδιος σήκωνε στον αέρα της Αγγλίας, το κύπελλο της Premier League, με την Λέστερ, προκαλώντας μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. «Τρέχει τόσο πολύ που μερικές φορές σκέφτομαι ότι έχει ένα πακέτο γεμάτο με μπαταρίες κρυμμένο στο σορτς του», είχε αναφέρει ο τότε προπονητής του Κλαούντιο Ρανιέρι, Η συνέχεια της καριέρας του έχει μόνο τίτλους και διακρίσεις. Δύο συνεχόμενα πρωταθλήματα Αγγλίας με την Τσέλσι (2016-2017), Παγκόσμιο Κύπελλο το 2018 και Ευρωπαϊκό το 2019 με την Εθνική Γαλλίας και Champions League το 2020, το βάζουν υποψήφιο για την χρυσή μπάλα (Balon d’Οr).
Σέρχιο Μπουσκέτς (2006 – )
Ένας εκ των κορυφαίων παικτών της Μπαρτσελόνα, ένας παίκτης – σημαία που έχει ζήσει τα πάντα με τους Καταλανούς. Από τους πιο εργατικούς μέσους που έχουν δει τα μάτια μας στην Ευρώπη, ο παίκτης – κλειδί που βοήθησε στην εκτόξευση της Μπάρτσα. Μετά τους Τσάβι, Ινιέστα, αποτέλεσε τη συνέχεια στην εντυπωσιακή ομάδα των Καταλανών, έχοντας κατακτήσει 8 πρωταθλήματα, 6 Κύπελλα, 6 Σούπερ Καπ, 3 Champions League (2009, 2011, 2015), 3 Σούπερ Καπ Ευρώπης και άλλα τόσα Μουντιάλ Συλλόγων. Με την Εθνική (115/ 2) πανηγύρισε την κατάκτηση του Μουντιάλ 2010 και το EURO 2012, όπου και βρέθηκε στην all star 11άδα. Η κατάρρευση της Μπαρτσελόνα τον παρέσυρε κι έχασε την ευκαιρία να διεκδικήσει μια «Χρυσή Μπάλα».
Κασεμίρο (2010 – )
Όταν ακούς το όνομα Κασεμίρο, δεν γίνεται να μην το συνδυάσεις με την Ρεάλ Μαδρίτης και τους Μόντριτς – Κροος. Ο Βραζιλιάνος είναι μία μίξη του παλιού «εξαριού» με το μοντέρνο, καθώς εκτός ο από την δύναμη και το πάθος πρόσθεσε τεχνική, μπαλιές σαράντα μέτρων και σουτ εκεί που οι αντίπαλοι τερματοφύλακες δεν μπορούν να αντιδράσουν.
Αναπόσπαστο κομμάτι των Μαδριλένων για εννέα χρόνια αλλά και την Εθνικής Βραζιλίας, έχει κατακτήσει σχεδόν τα πάντα, καθώς του λείπει το Παγκόσμιο Κύπελλο από τη συλλογή του. Το «τανκ» όπως τον αποκαλούν, είναι η πιο ολοκληρωμένη έκδοση του «εξαριού» που κυκλοφορεί την τελευταία 5ετία και πλέον καλείτε να «συμμαζέψει» το κέντρο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ που το πρόσφερε γη και ύδωρ για να αφήσει την Μαδρίτη. Εχει κατακτήσει σχεδόν τα πάντα, (5 Champions League, 3 Σούπερ Καπ Ευρώπης, 3 LaLiga, 1 Κύπελλο Ισπανίας, 1 Κόπα Αμέρικα).
21+ | Αρμόδιος Ρυθμιστής ΕΕΕΠ | Κίνδυνος εθισμού & απώλειας περιουσίας | Γραμμή βοήθειας ΚΕΘΕΑ: 1114 | Υπεύθυνο Παιχνίδι | *Ισχύουν όροι και προϋποθέσεις |