Οι Σκανδιναβοί που λάτρεψε το ελληνικό ποδόσφαιρο!

Οι Σκανδιναβοί που λάτρεψε το ελληνικό ποδόσφαιρο!

Σκανδιναβοί, ποδοσφαιριστές που φημίζονται για την ποιότητά τους, την πειθαρχία τους, το κρύο αίμα μέσα στο γήπεδο, την αντίληψή τους, τη σωστή ποδοσφαιρική τους παιδεία. Η Ελλάδα δεν έμεινε αδιάφορη απέναντι στη σκανδιναβική ποδοσφαιρική πραγματικότητα κι έφερε παίκτες… διαμάντια που έβαλαν τη δική τους σφραγίδα. Από τον Ούλε Σκόμποε και τον Τόμας Αλστρομ στον απίθανο Ρενέ Χένρικσεν και τον βιονικό, Ομάρ.

Ολε Σκόμποε (Αρης / 1977-1980 & 1983-1984)

  •  Συμμετοχές: 107
  •  Τέρματα: 5

Στις 28 Ιουνίου του 1977 ο Άρης έγινε η πρώτη ομάδα που προχώρησε σε μεταγραφή ποδοσφαιριστή από την αγορά της Σκανδιναβίας, καθώς απέκτησε με ελεύθερη μεταγραφή από τη σουηδική Χέλσιμποργκ τον Δανό μέσο, Ούλε Σκόμποε. Ο τότε 28χρονος χαφ (γεννηθείς τον Σεπτέμβριο του 1944) δεν άργησε με τις εμφανίσεις του και με τον επαγγελματισμό του να γίνει ένα από τα αγαπημένα παιδιά της κιτρινόμαυρης κερκίδας. Ο Σκόμποε έγινε αναπόσπαστο κομμάτι στον κορμό του Άρη μαζί με τους Κούη, Φοιρό, Πάλλα, Μπαλή, Σεμερτζίδη και άλλα ονόματα εκείνης της εποχής. Στην τρίτη του σεζόν στην Ελλάδα (1979/80) έφτασε κοντά στον τίτλο του πρωταθλητή, καθώς ο Άρης είχε ισοβαθμίσει στην πρώτη θέση της βαθμολογίας, όμως οι Θεσσαλονικείς έχασαν τον τίτλο στο μπαράζ του Βόλου (2-0).

Το 1979/80 ο Άρης εκτός από το πρωτάθλημα τα πήγε εξαιρετικά και στην Ευρώπη, όπου ο Σκόμποε και τα… άλλα παιδιά πήραν δυο ιστορικές προκρίσεις στο Κύπελλο UEFA, πρώτα απέναντι στην Μπενφίκα (1-2 & 3-1) και μετά κόντρα στην Περούτζια (1-1 & 0-3), όμως στο τρίτο γύρο αποκλείστηκαν από τη Σεντ Ετιέν.

Ο Σκόμποε έφυγε από τη Θεσσαλονίκη το καλοκαίρι του 1980 και επέστρεψε μετά από τέσσερα χρόνια, τη σεζόν 1984/85, όμως στα 35 του χρόνια πιά δεν μπόρεσε να προσφέρει όπως στην πρώτη του θητεία. Ο Δανός πέρασε και από τον πάγκο του Άρη ως προπονητής τη σεζόν 2003/04, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία. Ο πρώτος Σκανδιναβός ποδοσφαιριστής στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου φόρεσε 107 φορές τη φανέλα του Άρη και σκόραρε πέντε φορές.

Τόμας Άλστρομ (Ολυμπιακός /1979-1982)

  • Συμμετοχές: 48
  • Τέρματα: 15

Ο Σκόμποε ήταν ο πρώτος Σκανδιναβός που αγωνίστηκε στα… μέρη μας και ο Τόμας Άλστρομ ήταν ο πρώτος Σουηδός που έπαιξε ποδόσφαιρο στην Ελλάδα. Γεννήθηκε το 1952 και έκανε καριέρα στην Έλφσμποργκ, στην οποία αγωνίστηκε συνολικά έντεκα χρόνια (1970-1979 & 1982-1984). Την τριετία που μεσολάβησε των δύο θητειών του στην Έλφσμποργκ ο Άλστρομ φόρεσε τη φανέλα του Ολυμπιακού. Ο Σουηδός μεσοεπιθετικός «έπιασε λιμάνι» τον Δεκέμβριο του 1979 και έφυγε τον Ιανουάριο του 1982, έχοντας πάρει τρία πρωταθλήματα και το Κύπελλο Ελλάδας του 1981.

Στον Ολυμπιακό ο διεθνής Σουηδός χαφ και μέλος της αποστολής της Εθνικής Σουηδίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Δυτικής Γερμανίας αγωνίστηκε περισσότερο ως επιθετικός. Στα τρία χρόνια του στον Πειραιά αγωνίστηκε 48 φορές με τα ερυθρόλευκα και σκόραρε 15 φορές, εκ των ο οποίων τη μία στο μπαράζ με τον Βόλο για το πρωτάθλημα του 1980 απέναντι στον Άρη του Σκόμπποε και διαμόρφωσε το τελικό 2-0.

Χόκαν Σάντμπεργκ (ΑΕΚ, Ολυμπιακός /1984-1987  και 1987 )

  • Συμμετοχές: 87 (85 ΑΕΚ, 2 με Ολυμπιακός)
  • Τέρματα: 30 (όλα με ΑΕΚ)

 

Το καλοκαίρι του 1984 η ΑΕΚ είδε στο πρόσωπο του διεθνή Σουηδού σέντερ φορ (13 φορές), Χόκαν Σάντμπεργκ, τον ιδανικό παρτενέρ του Θωμά Μαύρου στη γραμμή κρούσης. Ψηλός, γρήγορος για τα… κυβικά του, δυνατός και «εκτελεστής». Ο Σάντμπεργκ γεννήθηκε το 1958 στη Λεντβίκα της Σουηδίας, ξεκίνησε την καριέρα του στην Έρεμπρο (1976-81), στη συνέχεια πήγε στην Γκέτεμπορκ, όπου… σάρωσε, κερδίζοντας τρία σερί πρωταθλήματα (1982-1984), δυο Κύπελλα (1982 & 1983) και ένα Κύπελλο UEFA (1982).

Στην πρώτη του χρονιά με τα κιτρινόμαυρα πέτυχε 15 γκολ, τη δεύτερη 12, την τρίτη μόνο τρία και το καλοκαίρι του 1987 πήγε στον Ολυμπιακού, όπου δεν «έπιασε», με αποτέλεσμα να παίξει σε δύο παιχνίδια μέσα στη σεζόν και τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς επέστρεψε στην πατρίδα του, για ι τη Σέντσβαλ, στην οποία αγωνίστηκε για μια σεζόν, πριν αποσυρθεί από την ενεργό δράση. Συνολικά με την ΑΕΚ συμπλήρωσε 85 επίσημες συμμετοχές και σκόραρε 30 φορές.

 

Χένρικ Νίλσεν (ΑΕΚ, Ηρακλής / 1987-1988 (Α, 1989 (Ηρακλής)

  • Συμμετοχές: 56 (42 ΑΕΚ, 14 με Ηρακλή)
  • Τέρματα: 27 (26 ΑΕΚ, μια με Ηρακλή)

Το 1987 ο προπονητής της ΑΕΚ, Τόζα Βεσελίνοβιτς ξεχώρισε από τη Β΄ Εθνική της Δανίας έναν 19χρόνο (γεννηθείς το 1965) ταλαντούχο επιθετικό, ονόματι Χένρικ Νίλσεν, ο οποίος αγωνιζόταν στην Κοπεγχάγη Β93 (1984-87). Ο «κούκλος της Κοπεγχάγης» φόρεσε τα κιτρινόμαυρα το καλοκαίρι του 1987, θεωρήθηκε ως ο «νέος Σάντμπεργκ» και κατά την άφιξη του δήλωσε πως θα σκοράρει περισσότερα γκολ από τον Σουηδό και στην πρώτη του σεζόν κράτησε την υπόσχεση του, καθώς σκόραρε 21 γκολ και βγήκε πρώτος σκόρερ! Την επόμενη σεζόν τα ηνία της τεχνικής ηγεσίας της ΑΕΚ, ανέλαβε ο Ντούσαν Μπάγεβιτς, ο οποίος ήταν ιδιαίτερα αυστηρός στα θέματα πειθαρχίας.

Η εξωγηπεδική ζωή και τα νυχτοπερπατήματα του Δανού δεν άρεσαν στον «Ντούσκο», ο οποίος τον «τελείωσε» από την ΑΕΚ τον Δεκέμβριο του 1988 και ο Νίλσεν βρήκε ποδοσφαιρική «στέγη», στον Ηρακλή, με τη φανέλα του οποίου δεν απέδωσε τα αναμενόμενα και αποχώρησε στο τέλος της σεζόν. Μετά την περιπέτεια του στη χώρα μας, όπους αγωνίστηκε 42 φορές (16 γκολ) με την ΑΕΚ και 14 με τη φανέλα του «Γηραιού» (ένα γκολ) αγωνίστηκε σε Φενέρμπαχτσε, Λιλ, Μπρόντμπι και στα 28 του του σταμάτησε το ποδόσφαιρο, λόγω τραυματισμού.

 

Μπεντ Κρίστενσεν (Ολυμπιακός /1993/94)

  • Συμμετοχές: 26 
  • Τέρματα: 18

Αυτός ο παίκτης δεν ξεχνιέται από τους φίλους του Ολυμπιακού. Το όνομα του Μπεντ Κρίστενσεν, Turbo Μπεντ! Τι κι αν έμεινε στον Πειραιά μόλις μια χρονιά; Τι κι αν στα πρώτα φιλικά που έπαιξε, δεν έπειθε… Ο Δανός επιθετικός έγραψε τη δική του ιστορία με τη φανέλα του Ολυμπιακού. Ο Κρίστενσεν έκανε ένα ανεπανάληπτο δίδυμο με τον Προτάσοφ στο πρώτο μισό της χρονιάς και όταν ο Ουκρανός έφυγε στη μέση της σεζόν για να πάει στην Ιαπωνία, ο Μπατίστα ήρθε στο πλάι του γκολτζή Δανού για να συνεχίσουν να σκοράρουν. Το πρώτο του γκολ με την φανέλα του Ολυμπιακού ήρθε απέναντι στον ΠΑΟΚ στις 5 Σεπτεμβρίου στο πλαίσιο της 3ης αγωνιστικής και μάλιστα ήταν νικηφόρο (78ο λεπτό).

Κανείς οπαδός του Ολυμπιακού δεν θα ξεχάσει τη ματσάρα με την Τενερίφη. Η πανίσχυρη τότε ισπανική ομάδα είχε νικήσει τον Ολυμπιακό με 2-1 στην έδρα της για τον δεύτερο γύρο του Κυπέλλου UEFA. Στον επαναληπτικό, ο Κρίστενσεν έκανε απίθανα πράγματα, έβαλε τρία γκολ αλλά και πάλι δεν ήταν αρκετά για να περάσει ο Ολυμπιακός που νίκησε 4-3. Ο Κρίστενσεν ολοκλήρωσε την σεζόν με 18 γκολ, τα 9 στο πρωτάθλημα, τα 3 στο Κύπελλο και τα 6 στην Ευρώπη. Η ΠΑΕ μπορούσε να ενεργοποιήσει την οψιόν και να τον κρατήσει, ο παίκτης ήθελε να μείνει, όμως ο Σωκράτης Κόκκαλης αποφάσισε να τον αποδεσμεύσει και να φέρει στο λιμάνι τον Μουντιαλικό, Ρασίντ Γιεκινί…

Ερικ Μίκλαντ  (Παναθηναϊκός/1997-2000 )

  • Συμμετοχές: 95
  • Τέρματα: 5

Το ελληνικό κοινό είχε συνηθίσει τους Σκανδιναβούς παίκτες με το στερεότυπο του ψηλού, σωματώδη, δυνατού ποδοσφαιριστή, όμως ο Έρικ Μίκλαντ ήρθε να αποδείξει πως δεν βγαίνουν όλοι σε μία «κοπιά». Ο Νορβηγός γεννήθηκε το 1971 στο Ρίσερ της Νορβηγίας και ξεκίνησε την καριέρα του από την Μπρίνε, για να περάσει στη συνέχεια από την Σταρτ, να δοθεί δανεικός στην ολλανδική Ουτρέχτη και να καταλήξει στην αυστριακή Λιντς, από την οποία έμεινε ελεύθερος το 1997 και υπέγραψε στον Παναθηναϊκό.

Ο Μίκλαντ ήταν βραχύσωμος (1.72 μ.), όμως είχε μια πληθωρική παρουσία, καθώς προσέφερε ατελείωτα τρεξίματα και δημιουργία από τον άξονα. Μπορεί το «κουνούπι», όπως τον έλεγε ο κόσμος του «τριφυλλιού» να μην πανηγύρισε κάποιον τίτλο στην τριετία που έπαιξε στη χώρα μας, όμως αγαπήθηκε από τους οπαδούς. Με τη φανέλα του Παναθηναϊκού συμπλήρωσε 95 επίσημες συμμετοχές πετυχαίνοντας και 5 γκολ στη συνέχεια πήγε στη Μόναχο 1860 και στην Κοπεγχάγη, με την οποία πήρε δυο πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο. Ο Μίκλαντ αγωνίστηκε 78 φορές με την Εθνική Νορβηγίας (2 γκολ), πήρε μέρος στα Μουντιάλ του 1994 και του 1998, καθώς και στο EURO του 2000.

Ρενέ Χένρικσεν (Παναθηναϊκός/ 1999-2005)

  • Συμμετοχές: 208
  • Τέρματα: –

 

Για πολλούς, ο Ρενέ Χένρικσεν είναι ο κορυφαίος Σκανδιναβός που έχει αγωνιστεί στη χώρα μας. Γεννήθηκε το 1969 στο Γκλόστρουπ της Δανίας και στη διάρκεια της καριέρας του έπαιξε μόνο σε δυο ομάδες, την Ακαντέμισκ Μπόλντκλουμπ στην Κοπεγχάγη (1988-1999) και τον Παναθηναϊκό. Το καλοκαίρι του 1999 ο Δανός ήρθε στην Ελλάδα για λογαριασμό του «τριφυλλιού» και έμεινε στην Αθήνα για έξι χρόνια. Ήταν ένας φανταστικός κεντρικός αμυντικός, ο οποίος ξεχώριζε για την αντίληψη του, για την τεχνική του, για τον ηγετικός του χαρακτήρα αλλά και για τη φινέτσα που είχε στις κινήσεις του.

Ο Χένρικσεν ήταν από τους πρωταγωνιστές στο νταμπλ του 2004, αλλά και στις δυο μεγάλες πορείες στην Ευρώπη, τη σεζόν 2001/02, όπου έφτασε με τον Παναθηναϊκό μέχρι τα προημιτελικά του Champions League και την επόμενη (2002/03), όπου το «τριφύλλι» έφτασε στους «8» του Κυπέλλου UEFA. Το 2000 αναδείχθηκε κορυφαίος Δανός παίκτης της χρονιάς, ενώ με την Εθνική Δανίας είχε 66 συμμετοχές (τις 25 ως αρχηγός), παίρνοντας μέρος σε δυο Παγκόσμια Κύπελλα (1998 & 2002) και σε δυο EURO (2000 & 2004). Με τον Παναθηναϊκό αγωνίστηκε 208 φορές και είναι πρώτος στη λίστα με τους Σκανδιναβούς που έχουν αγωνιστεί στην Ελλάδα. Το 2005 επέστρεψε στην πατρία του για την Ακαντέμισκ Μπόλντκλουμπ, στην οποία έκλεισε την καριέρα του.

 

Παρ Ζέτερμπεργκ (Ολυμπιακός/2000-2003)

  • Συμμετοχές: 108
  • Τέρματα: 12

Toν Οκτώβριο του 1970 γεννήθηκε στο Φάλκενμπεργκ της Σουηδίας ο Παρ Ζέτερμπεργκ και ξεκίνησε την καριέρα του από την τοπική ομάδα. Στην πατρίδα του τον «εντόπισε» η Άντερλεχτ, τον απέκτησε το 1989 και την «υπηρέτησε» μέχρι το 2000, με εξαίρεση τη διετία 1991-93, όπου είχε παραχωρηθεί δανεικός στη Σαρλερουά. Το καλοκαίρι του 2000 ο Σουηδός μεσοεπιθετικός ήρθε στη Ελλάδα για λογαριασμό του Ολυμπιακού, τη φανέλα του οποίου αγωνίστηκε 108 φορές και σκόραρε 12 γκολ, μέχρι το 2003, όπου επέστρεψε στην Άντερλεχτ, έπαιξε για ακόμα μια τριετία και στη συνέχεια «κρέμασε» τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.

Με τους Πειραιώτες ο Ζέτερμπεργκ κατέκτησε τρία πρωταθλήματα σε ισάριθμα χρόνια, με τα δύο τελευταία εξ αυτών να κρίνονται στις ισοβαθμίες με ΑΕΚ και ΠΑΟ. Ο κόσμος του Ολυμπιακού τον αγάπησε για τον ευγενικό και ήσυχο χαρακτήρα του. Ο Σουηδός φόρεσε 30 φορές το εθνόσημο της πατρίδας του, κατέκτησε έξι πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο με την Άντερλεχτ, ενώ στη διάρκεια της καριέρας του πέτυχε συνολικά 81 γκολ και μοίρασε 61 ασίστ.

Γιαν Μικαέλσεν (Παναθηναϊκός/2001-2004)

  • Συμμετοχές: 106
  • Τέρματα: 6

Ο Γιάν Μικάελσεν γεννήθηκε στη Νάντη της Γαλλίας το 1970 και ξεκίνησε να μαθαίνει ποδόσφαιρο σε μικρές ομάδες της Δανίας όπως οι Σβέντμποργκ, Βάνλοσε και Χέλερουπ, μέχρι το 1996, όταν μετακινήθηκε στην Ακαντέμισκ Μπόλντκλουμπ του Ρενέ Χένρικσεν με τον οποίον ήταν συμπαίκτες μέχρι το 1999. Το καλοκαίρι του 2001 ο Μίκαελσεν άφησε τη χώρα του για τον Παναθηναϊκό, όπου συνάντησε ξανά τον Χένρικσεν, αγωνίστηκε με τα πράσινα για τρία χρόνια και κατέκτησε το το νταμπλ του 2004. Αμέσως μετά έφυγε για τη Νορβηγία και τη Χαμ-Καμ, στην οποία αγωνίστηκε μέχρι το 2008 που κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια.

Μαζί με τον Χένρικσεν και ο Μίκαελσεν συμμετείχε στις ευρωπαϊκές πορείες του «τριφυλλιού» τις σεζόν 2001/02 και 2002/03 μέχρι τα προημιτελικά του Champions League και του Κυπέλλου UEFA, αντιστοίχως. Ο Δανός αγωνίστηκε στη θέση του δεξιού χαφ, αλλά και σε αυτή του δεξιού εσωτερικού μέσου και προσέφερε συνεχή τρεξίματα, παίζοντας σαν να έχει… έξτρα πνεύμονα. Ο διεθνής χαφ (20 συμμετοχές με το εθνόσημο) αγωνίστηκε 106 φορές με τα πράσινα, σκόραρε έξι γκολ και οι εμφανίσεις του με τον Παναθηναϊκό του έδωσαν «εισιτήριο» για τη συμμετοχή του στο Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2002.

Ούλοφ Μέλμπεργκ (Ολυμπιακός/2009-2012)

  • Συμμετοχές: 106
  • Τέρματα: 9

Ο Ούλοφ Μέλμπεργκ είναι ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα από το Σκανδιναβικό ποδόσφαιρο που έχει αγωνιστεί στο ελληνικό πρωτάθλημα. Γεννήθηκε το 1977 στο Γκούλσπανγκ της Σουηδίας, ξ εκίνησε την καριέρα του από την Ντέγκερφορς και ένα χρόνο αργότερα μεταπήδησε στην ΑΙΚ Στοκχόλμης, από όπου πήρε μεταγραφή το καλοκαίρι του 1998 για την Ράθινγκ του Σανταντέρ, όπου έμεινε μια τριετία (1998-2001). Με τις εμφανίσεις του κέντρισε το ενδιαφέρον μεγάλων ευρωπαϊκών κλαμπ, όπως η Μπαρτσελόνα και η Βαλένθια, όμως τελικά το καλοκαίρι του 2001 η Άστον Βίλα απέσπασε την υπογραφή του και τον έφερε στο νησί.

Στους «Βίλανς» καθιερώθηκε και αγαπήθηκε από τους οπαδούς, έπαιξε μια επταετία και το καλοκαίρι του 2008 έκανε τη μεγαλύτερη μεταγραφή της καριέρας του, καθώς υπέγραψε στη Γιουβέντους, από την οποία αποχώρησε ένα χρόνο αργότερα, όταν και ήρθε στην Ελλάδα ως ο νέος ηγέτης της άμυνας του Ολυμπιακού.

Με τους Πειραιώτες σήκωσε δυο πρωταθλήματα (2011 – 2012) και ένα Κύπελλο (2012), και με το αγωνιστικό του πρόσωπο κέρδισε άμεσα τον σεβασμό των οπαδών. Ηγετικός αμυντικός που μπορούσε να αγωνιστεί τόσο στο κέντρο της άμυνας, όσο και στο δεξί άκρο και με την εμπειρία του καθοδηγούσε μαεστρικά την αμυντική γραμμή των Πειραιωτών. Το καλοκαίρι του 2012, ο Σουηδός επέστρεψε στην Ισπανία και έπαιξε στη Βιαγιαρεάλ, την οποία βοήθησε να επανέλθει στην Primera Division και στη συνέχεια έπαιξε για μια σεζόν (2013-2014)  στην Κοπεγχάγη, οπού ολοκλήρωσε την καριέρα του.

Με τον Ολυμπιακό έπαιξε σε 106 παιχνίδια και σκόραρε εννέα φορές, ενώ με 117 εμφανίσεις (και 8 γκολ) στην εθνική Σουηδίας, είναι ο 7ος παίκτης της χώρας του με τις περισσότερες διεθνείς συμμετοχές. Με το εθνόσημο του αγωνίστηκε σε δυο Παγκόσμια Κύπελλα (2002 & 2006) και σε τέσσερα EURO (2000, 2004, 2008 & 2012).

Μάρκους Μπεργκ (Παναθηναϊκός/2013-2017)

  • Συμμετοχές: 151
  • Τέρματα: 95

Ο Μάρκους Μπεργκ αποτελεί έναν από τους σέντερ φορ «σημεία αναφοράς» της τελευταίας δεκαετίας στη Super League και με διαφορά είναι ο πιο παραγωγικός Σκανδιναβός που έχει αγωνιστεί στη χώρα μας. Γεννήθηκε το 1986 στο Τόρσμπι της Σουηδίας, πέρασε από τις ακαδημίες της Γκέτεμποργκ και από εκεί πέρασε το 2005 στην πρώτη ομάδα, όπου έμεινε δυο χρόνια και κατέκτησε το πρωτάθλημα του 2007. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς πήρε μεταγραφή στην ολλανδική Χρόνινγκεν για να αντικαταστήσει τον Λουίς Σουάρες, έμεινε εκεί άλλα δυο χρόνια (2007-2009) και στη συνέχεια πήγε στο Αμβούργο, όπου έμεινε μέχρι το 2013, ενώ είχε ένα πέρασμα από την Αϊντχόφεν τη σεζόν 2010/11.

Ο Σουηδός υπέγραψε το καλοκαίρι του 2013 τετραετές συμβόλαιο με τον Παναθηναϊκό και έσπασε όλα τα… κοντέρ! Πραγματοποίησε εξαιρετικές εμφανίσεις, πέτυχε χατ-τρικ στον τελικό του Κυπέλλου του 2014 εναντίον του ΠΑΟΚ (4-1), ισοφάρισε το ρεκόρ των Βαζέχα και Βλάοβιτς στο ελληνικό πρωτάθλημα με πέντε γκολ εναντίον του Πανθρακικού, ισοφάρισε το ρεκόρ του Αντωνιάδη σε ευρωπαϊκό ματς, σημειώνοντας 4 γκολ εναντίον της Μίντιλαντ και την τελευταία του σεζόν (2016/17) αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του ελληνικού πρωταθλήματος με 22 τέρματα, όντας ο δεύτερος Σκανδιναβός που πετυχαίνει κάτι ανάλογο μετά τον Χένρικ Νίλσεν της ΑΕΚ το 1987/88.

Το καλοκαίρι του 2017 παραχωρήθηκε στην Αλ Αΐν των ΗΑΕ, όπου κατέκτησε το νταμπλ, το 2019 πήγε στην Κράσνονταρ και πλέον έχει επιστρέψει στη Γκέτεμποργκ για την τελική ευθεία της καριέρας του. Με τον Παναθηναϊκό αγωνίστηκε 151 φορές και σκόραρε 91 γκολ, ενώ με την εθνική του έπαιξε 90 φορές πέτυχε 24 γκολ και αγωνίστηκε στο Μουντιάλ του 2018 και στο Euro 2020.

Ομάρ Ελαμπντελαουί (Ολυμπιακός/ 2014-2020)

  • Συμμετοχές: 170
  • Τέρματα: 10

Ενα από τα καλύτερα δεξιά μπακ που έχει φορέσει τα ερυθρόλευκα! Ο Ελαμπντελαουί έκανε το ντεμπούτο του, στο πρωτάθλημα Ελλάδας, στις 23 Αυγούστου 2014, κόντρα στη Νίκη Βόλου, ενώ στις 16 Σεπτεμβρίου 2014, ήρθε και το ντεμπούτο του στο Τσάμπιονς Λιγκ, κόντρα στην Ατλέτικο Μαδρίτης, πάλι ως βασικός. Σφαίρα από τα δεξιά, μέτρησε μια εξαετία στο Λιμάνι, είχε 170 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις, πέτυχε 10 γκολ, μοίρασε 12 ασίστ, πήρε τέσσερα πρωταθλήματα, ένα κύπελλο κι έβαλε στο μυαλό των Πειραιωτών δεκάδες κούρσες.

 

Σχολιάστε

X