Ο Ζοσέ Μουρίνιο παραδοσιακά ήταν ο τύπος που έφευγε με δόξα. Με τη στιγμή της δόξας του. Μετά τον τρόπο που αποχώρησε από την Πόρτο σηκώνοντας Champions League στο Γκεζελικίρχεν το 2004 για να βρει μετά την επόμενη πρόκλησή του με την Τσέλσι. Το μυαλό του ήταν ήδη στην επόμενη αποστολή του.
Ήταν μία παρόμοια ιστορία αυτή του 2010, οπότε είχε οδηγήσει την Ίντερ στο πρώτο της ευρωπαϊκό Κύπελλο μετά από ένα διάστημα 45 ετών για να πει μετά αντίο και να ετοιμάσει βαλίτσες για τη Μαδρίτης και τη Ρεάλ. Δεν είχε επιβιβαστεί στο αεροπλάνο της χαράς και των πανηγυρισμών με σαμπάνιες στην Ίντερ εκείνο το βράδυ.
Αντίθετα τον περίμενε ένα αμάξι για να τον μεταφέρει σε ξενοδοχείο και από εκεί μετά να βρει το επόμενο ποδοσφαιρικό του… σπίτι. Ο Μουρίνιο όμως ζήτησε από τον οδηγό εκείνη τη μέρα να σταματήσει. Πήγε στον Ματεράτσι, τον πιστό του αμυντικό και τον αγκάλιασε για 20 δευτερόλεπτα. Μία τελευταία αγκαλιά.
Τη στιγμή που άφησε τον Ματεράτσι για να πάει πίσω στο αυτοκίνητο δάκρυσε. Ήταν μία συγκινητική και δυνατή στιγμή. Η στιγμή ενός δυνατού δεσμού προπονητή – παίκτη. Τι έγινε με αυτόν τον Μουρίνιο;
Τι απέγινε με αυτόν τον προπονητή; Τον άνθρωπο που πήγαινε τις ομάδες του στο ανώτερο δυνατό σημείο. Box office τον αποκαλούσε ο κόσμος. Δηλαδή τον άνθρωπο που είχε εγγυημένη την επιτυχία, όπως στις ταινίες.
Από εκείνες τις στιγμές ο Μουρίνιο πέρασε στις στιγμές που αποχωρούσε μεσούσης της περιόδου από ομάδες ή στη διάρκεια της χρονιάς, παίρνοντας ένα κουτί με τα πράγματά του από το γραφείο. Του συνέβη αυτό με τη Γιουνάιτεντ και το έπαθε και με την Τότεναμ.
Μία εικόνα που άρχισε να γίνεται γνώριμη για αυτόν. Όπως η εικόνα ο Μουρίνιο να στέκεται στο σπίτι του στη Μπελγκράβια και να ανταλλάσσει ευχές με δημοσιογράφους και τηλεοπτικά συνεργεία. Να χαιρετά εγκάρδια τον δημοσιογράφο του Sky Sports, Γκάρι Κοτερίλ, ο οποίος ήταν σαν να μπήκε στον… ρόλο του Ματεράτσι.
«Με ξέρεις», είχε πει στον στον Κότεριλ και ενώ ήταν απόγευμα Δευτέρας. «Ξέρεις ότι δεν πρόκειται να πω τίποτα», συνέχισε ο Μουρίνιο. Ο Κοτερίλ προσπάθησε: «Αλλά θα σε ξαναδούμε σύντομα, σωστά; Λίγες διακοπές ίσως; Λίγο διάλειμμα; Λίγο να φορτίσετε τις μπαταρίες σας; Ίσως λίγο ήλιο;».
«Δεν χρειάζεται. Δεν χρειάζονται αυτά», του τόνισε ο Μουρίνιο. «Επιστροφή δηλαδή το συντομότερο δυνατό;», τον ρώτησε. Ο Μουρίνιο χαμογέλασε: «Είμαι πάντα μέσα στο ποδόσφαιρο». Ένας Μουρίνιο που στα πρώτα 14 χρόνια της προπονητικής του καριέρας είχε μόνο ένα σημαντικό διάλειμμα.
Από τη Λεϊρία στην Πόρτο της… δόξας!
Από την Ουνιάο Λεϊρία θα πήγαινε απευθείας στην Πόρτο το 2002. Από τους Δράκους στην Τσέλσι το 2004, μετά στην Ίντερ και στη συνέχεια στη Ρεάλ για να επιστρέψει στο Στάμφορντ Μπριτζ το 2013. Μία φορά μόνο μετά την απόλυσή από την Τσέλσι το 2007 είχε μία παύση.
Πέρασε χρόνο με την οικογένειά του, κάνοντας ένα ταξίδι στην Ιαπωνία, πέρασε τα Χριστούγεννα στη Βραζιλία και τον Γενάρη ένιωσε την ανάγκη να επιστρέψει στη δουλειά. Ωστόσο δεν του έλλειπαν ποτέ οι προτάσεις.
Ίσως να τον είχαν στο μυαλό τους και στη Μπαρτσελόνα αλλά είχε προτιμηθεί ο Πεπ Γκουαρδιόλα. Η Μπαρτσελόνα κατέληξε στο συμπέρασμα μετά από συνέντευξη από μαζί του ότι θα ήταν πολύ ασταθής για την εικόνα του συλλόγου. Είχε όμως κρούσεις από ομάδες όπως η Τότεναμ που ετοιμαζόταν να απολύσει τον Γιολ αλλά και από την ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της Αγγλίας, που τον θεωρούσε ιδανικό να την οδηγήσει ξανά στον σωστό δρόμο μετά την καταστροφική πορεία της στα προκριματικά του Euro 2008.
Αυτές οι συζητήσεις συνεχίστηκαν για εβδομάδες μέχρις ότου ο Μουρίνιο αρνήθηκε να επικεντρωθεί ξανά στο ποδόσφαιρο και να αφοσιωθεί σε ομάδα. Επισήμανε πως η γυναίκα του, του ζήτησε να μην το κάνει.
«Στο τέλος, η γυναίκα μου έλεγε: ‘Όχι ποδόσφαιρο και όχι αγώνες. Αυτό δεν είναι για σένα’», είχε πει ο Πορτογάλος. Αυτή ήταν και μία πραγματικότητα για εκείνον σε κάποια διαστήματα. Ειδικά από τότε που το δεύτερο πέρασμά του από την Τσέλσι σταμάτησε τον Δεκέμβριο του 2015 με πληροφορίες για κακές σχέσεις με τους παίκτες του και διχόνοια.
Ένας Μουρίνιο που είχε οδηγήσει την Τσέλσι στον τίτλο της Premier League επτά μήνες νωρίτερα. Ο Μουρίνιο έμεινε χωρίς δουλειά για 162 ημέρες στο διάστημα μεταξύ Τσέλσι και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και για 337 ημέρες, λίγο λιγότερο από έναν ολόκληρο χρόνο δηλαδή στο διάστημα ανάμεσα σε Γιουνάιτεντ και Τότεναμ.
Σε αντίθεση με την παύση του Γκουαρδιόλα μετά τη θητεία του στη Μπαρτσελόνα το 2012-2013 για τον Μουρίνιο τίποτα από αυτά δεν ήταν σχεδιασμένο. Ποτέ δεν ήταν επιθυμία του να περνάει το Σαββατοκύριακα αναλύοντας αγώνες σε ένα τηλεοπτικό στούντιο, πόσο μάλλον να προμοτάρει εταιρεία στοιχηματισμού. Περίμενε με ανυπομονησία την επόμενη πρόκληση όταν η Μάντσεστερ Σίτι έκλεισε τον Γκουαρδιόλα στις αρχές του 2016. Περίμενε την ευκαιρία του και με τη Γιουβέντους που είχε κλείσει τον Μαουρίτσιο Σάρι, την Ίντερ με τον Κόντε και με τη Ρεάλ με τον Ζιντάν την πρώτη και τη δεύτερη φορά.
Οι σκέψεις της δεύτερης φοράς σε Ρεάλ και Ίντερ
Τόσο η Ίντερ όσο και η Ρεάλ σκέφτηκαν σοβαρά να τον προσλάβουν για δεύτερη φορά. Όμως συνυπολόγισαν το πόσο λίγο έμεινε στην επιστροφή του στην Τσέλσι και άλλαξαν άποψη.
Και ούτε ο Κόντε ούτε ο Ζιντάν τους έδωσαν λόγο να πιστεύουν ότι πήραν λανθασμένες αποφάσεις. Η ποιότητα της δουλειάς του Μουρίνιο στην Τότεναμ δεν ήταν τέτοια που να μην δώσει δικαιώματα. Τα λάθη του συζητήθηκαν καιρό μετά για το διάστημα αυτό, όπως και για τη θητεία του στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Βέβαια στην Τότεναμ η δουλειά του είχε θετικό πρόσημο το πρώτο διάστημα έχοντας την ομάδα πρώτη μήνα Δεκέμβριο στη Premier.
Ο Μουρίνιο έχοντας εξαιρετικούς επιθετικά παίκτες όπως τους Σον και Κέιν πήγε μετά σε μία πιο αμυντική προσέγγιση. Ο Μουρίνιο ένιωθε πως η ομάδα του δεν είχε τη νοοτροπία του νικητή. Ότι δεν το είχε αυτό και για αυτό δεν είχε και τα αποτελέσματα από ένα σημείο και μετά. Αρκετοί παίκτες έχοντας πριν τη συνεργασία με τον Ποκετίνο θεώρησαν πως η τακτική και η διαχείριση του Μουρίνιο ήταν το πρόβλημα.
Η Τότεναμ ήταν έβδομη στο πρωτάθλημα όταν απέλυσε τον Μουρίνιο και είχε διαφορά με πέντε βαθμούς από την τέταρτη θέση. Δεν ήταν… καταστροφή. Υπήρχε ακόμα χρόνος η Τότεναμ να πλασαριστεί στην πρώτη τετράδα και μάλιστα και η κατάκτηση ενός τροπαίου μέσω του Carabao Cup και του τελικού με τη Σίτι. Το timing της απόλυσής του ήταν σκληρό και ειδικά με έναν τελικό μπροστά.
Δεν φαινόταν όμως να πηγαίνει πουθενά όλο αυτό. Ακόμα κι αν ο Μουρίνιο είχε δώσει τρόπαιο στην Τότεναμ για πρώτη φορά μετά από 13 χρόνια δεν θα είχε δόξες με νίκες στο League Cup όπως με τον Γκρέιαμ το 1999 και τον Ράμος το 2008. Φάνηκε πως ο Λέβι θεώρησε πως χωρίς τον Μουρίνιο η Τότεναμ θα μπορούσε να πετύχει τους στόχους της ή να έχει παραπάνω πιθανότητες με τους Μέισον και Πάουελ. Η Σίτι ήταν το φαβορί όμως ο Μουρίνιο έχει κάθε δικαίωμα να τονίζει ότι του στέρησαν τη δυνατότητα να διεκδικήσει ένα τρόπαιο.
Από τα τρία ματς που είχε παίξει η Τότεναμ με τη Σίτι είχε νικήσει τα 2 από αυτά και έχασε το άλλο. Ο Μουρίνιο θα θυμάται τη στιγμή ως ένα τρόπαιο που θα μπορούσε να είχε διεκδικήσει ή και πάρει, όπως μπορεί να του έλλειψε το Super Cup, το Διηπειρωτικό και το Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων, όταν είχε αφήσει τις Πόρτο και Ίντερ.
«Είκοσι πέντε τίτλοι», σχολίαζε ο ίδιος και έλεγε ακόμα πως στην πραγματικότητα οι τίτλοι του θα ήταν τριάντα δύο τον αριθμό. Αυτό συνέβαινε τότε. Για κάποιο λόγο, δεν παίζει πια αυτό το… παιχνίδι με τους αριθμούς. Αυτά τα 25 τρόπαια στα οποία ο Μουρίνιο οδήγησε τις ομάδες του και είχε μέσα τίτλους Champions League και φυσικά πρωταθλήματα αλλά και μία οκταετή περίοδο με Πόρτο, Τσέλσι και Ίντερ. Ήταν το ζενίθ του. Το peak του. Τότε οι παίκτες του θα περνούσαν μέσα από τοίχο με τούβλα για εκείνον.
Ορμή, εξυπνάδα, γνώση, εμπειρία και ενσυναίσθηση
Το ποδόσφαιρο που έπαιζε και όριζε είχε οργάνωση, είχε συγκεκριμένο μηχανισμό λειτουργίας αλλά παράλληλα είχε και ένα αδάμαστο πνεύμα. Το πνεύμα της νίκης. Όταν πριν από μερικά χρόνια ζητήθηκε από τον Ματεράτσι από τη Gazzetta dello Sport να συνοψίσει τις ικανότητες του Μουρίνιο και το γιατί έγινε ένας εκ των κορυφαίων προπονητών ο Ιταλός ανέφερε πέντε στοιχεία: ορμή, εξυπνάδα, γνώση, εμπειρία και ενσυναίσθηση. Με τον όρο ενσυναίσθηση, εννοούσε «την προϋπόθεση που είναι απολύτως απαραίτητη για να ‘χτιστεί’ μια δυνατή ομάδα, μια ομάδα που να είναι ενωμένη και δεν θα έχει τρωτά σημεία. Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που επιδιώκει με την ομάδα του. Αυτό είναι που σε οδηγεί να παλεύεις ενάντια σε όλα και με όλους». Όποιος έβλεπε την ομάδα του στην Πόρτο (τόσο αυτή του 2003 όταν κατέκτησε το UEFA όσο και αυτή του 2004 όταν πήρε το Champions League), την πρώτη του ομάδα στην Τσέλσι και την Ίντερ θα αναγνώριζε αμέσως όλα αυτά για τα οποία μιλούσε ο Ματεράτσι.
Έως ένα σημείο και στα καλά της παιχνίδια αυτό το είχε και η Ρεάλ του Μουρίνιο. Με τέτοια ποιότητα και παίκτες παγκόσμιας εμβέλειας μπορεί αυτό να αρκούσε για έναν τίτλο στη La Liga με βασικό αντίπαλο τη Μπαρτσελόνα. Η δική του Ρεάλ έμοιαζε σαν μηχανή απέναντι από τη δημιουργική ελευθερία της Μπαρτσελόνα. Σε κάθε μία από τις 3 σεζόν του στη La Liga η Ρεάλ σκόραρε πάνω από 100 γκολ.
Στη σεζόν του ισπανικού τίτλου, το 2011-2012 οι παίκτες της Ρεάλ έβαλαν 121 γκολ και διασφάλισαν 100 βαθμούς. Και οι δύο επιδόσεις ήταν επιδόσεις – ρεκόρ με το 2ο να το ισοφαρίζει μετά η Μπαρτσελόνα. Υπάρχουν αρκετοί που θεωρούν αυτός ο πολύ καλός, αυτός ο μοναδικός Μουρίνιο χάθηκε στη Μαδρίτη.
Ήταν σαν να χάθηκε οριστικά η περηφάνια του ή τουλάχιστον η αύρα του από τον χρόνο που πέρασε στη σκιά του Γκουαρδιόλα. Από τότε που οδήγησε την Ίντερ στο Champions League το 2010, το 17ο τρόπαιό του σε 8 χρόνια, ο Μουρίνιο έχει πάρει 8 τρόπαια σε 11 χρόνια. Με τη Ρεάλ κατέκτησε τη La Liga, το Κύπελλο Ισπανίας και το Super Cup Ισπανίας.
Στη 2η φορά του στην Τσέλσι είχε έναν τίτλο Premier και League Cup. Στη Γιουνάιτεντ σήκωσε το FA Community Shield, το EFL Cup και το Europa League πριν τα πράγματα γίνουν… τοξικά για εκείνον.
Με οποιαδήποτε δεδομένα αυτός ο αριθμός των τροπαίων δείχνει εξέλιξη. Σύμφωνα με τα πρότυπα και τα δεδομένα του Μουρίνιο όμως είναι μια ανησυχητική πτώση. Μέχρι το τέλος της σεζόν του 2016-17, ο Μουρίνιο είχε 25 τρόπαια έναντι 21 του Γκουαρδιόλα.
Τώρα η αντιστοιχεία είναι στο 29-25 υπέρ του Γκουαρδιόλα, ο οποίος θα ελπίζει να φτάσει τα 30 στο Γουέμπλεϊ την Κυριακή και ενώ διεκδικεί άλλα 2 τρόπαια. Αντίθετα, ο Μουρίνιο που έχασε με σκληρό τρόπο την ευκαιρία να βρεθεί σε τελικό με την Τότεναμ μάλλον έχει αρχίσει να αναρωτιέται από πού θα έρθει το επόμενο τρόπαιό του και εάν θα τα καταφέρει τελικά. Έχει βέβαια τον τελικό του Conference League με τη Ρόμα.
Η σύγκριση με τον Πεπ
Υπάρχει μία ξεκάθαρη απάντηση για τα παραπάνω τρόπαια του Γκουαρδιόλα αλλά και για τους τίτλους του Μουρίνιο μετά τις σεζόν που αντιμετώπιζαν ο ένας τον άλλον στη La Liga. Ο Μουρίνιο σε συνέντευξή του στους Sunday Times το 2017 είχε τοποθετηθεί ως εξής: «Διαχειρίζομαι μεγάλους συλλόγους, αλλά πάντα τους βρίσκω σε παρόμοιες καταστάσεις. Παίρνω τους γίγαντες, αλλά οι γίγαντες είναι δύσκολοι όταν έχουν πρόβλημα». Προφανώς ήθελε να αναδείξει πως για παράδειγμα, ο Γκουαρδιόλα πήρε μία ομάδα που τα έπαιρνε όλα, τη Μπάγερν Μονάχου και βρήκε μια δομή στη Μάντσεστερ Σίτι που είχε όλα τα στοιχεία για να πετύχει παρότι είχε τις αμέσως προηγούμενες περιόδους ένα League Cup με τον Πελεγκρίνι.
Ο Γκουαρδιόλα μπορεί να οδήγησε τη Σίτι σε μία αγωνιστική αναγέννηση αλλά το έκανε με ένα τεράστιο μπάτζετ. Ο Μουρίνιο έπρεπε να κάνει συμβιβασμούς στη Γιουνάιτεντ για να σταθεί πάνω σε παίκτες όπως οι Μάτιτς, Ιμπραϊμοβιτς και Λουκάκου. Βάλτε και τον Φελαϊνί για να φανεί η γενική εικόνα και η διαφορά που υπήρχε με τη Σίτι.
Ο Γκουαρδιόλα βρέθηκε να δουλεύει σε συλλόγους με σαφή δομή, όραμα αλλά και μεγάλα μπάτζετ. Οι αρμόδιοι των συλλόγων που πήγαινε ήταν διατεθειμένοι να κάνουν υποχωρήσεις για εκείνον και να καλύψουν τα ‘θέλω του’.
Η Σίτι ήθελε τόσο πολύ τον Γκουαρδιόλα που πήρε από τη Μπαρτσελόνα τους Σοριάνο και Τσίκι Μπεγκιριστάιν για να διασφαλίσει το εργασιακό περιβάλλον που ήθελε ο Ισπανός και να τον προσελκύσει τη 2η φορά που ήθελε να τον κλείσει. Όταν είσαι τοπ, όταν είσαι στην κορυφή, μπορείς να διαλέγεις τις δουλειές του, όπως το έκανε και ο Μουρίνιο την περασμένη δεκαετία.
Δεν είναι λοιπόν μόνο καλή τύχη για τον Γκουαρδιόλα αλλά ούτε και κακοτυχία για τον Μουρίνιο. Ακόμα και στο peak του ο Πορτογάλος είχε τη φήμη του… ενοχλητικού και του διχαστικού: του προπονητή που δεν παίζει καλή μπάλα.
Καθώς τα χρόνια περνούν το στιλ του παιχνιδιού στο ποδόσφαιρο δεν μένει το ίδιο. Η διαφορετικότητα της προσέγγισης των ομάδων που ήθελαν περισσότερη την κατοχή μπάλας αλλά και πιο ήρεμα αποδυτήρια οδήγησε συλλόγους όπως η Μπάγερν, Μπαρτσελόνα και Σίτι να μην διαλέξουν τελικά τον Μουρίνιο.
Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ εξακολουθούσε να είναι εξαιρετική δουλειά για έναν προπονητή αλλά δεν είχε ούτε την απαιτούμενη δομή ούτε το σωστό και ξεκάθαρο όραμα για το ποδόσφαιρό της. Ελλείψει στρατηγικής η διοίκηση είχε κατά νου πως ο Μουρίνιο θα ερχόταν και με το χάρισμά του θα έκανε τα… μαγικά του και οι μέρες δόξας θα γύριζαν για τη Γιουνάιτεντ. Αυτό τελικώς δεν πέτυχε. Αυτή η προσδοκία της Γιουνάιτεντ δεν της βγήκε.
Η Τότεναμ ήταν μία πρόκληση όμως δεν ήταν η ελίτ που είχε μάθει και συνηθίσει ο ίδιος. Στην Τότεναμ φαντάστηκαν πως και μόνο η παρουσία του Μουρίνιο θα πήγαινε την ομάδα στο επόμενο επίπεδο μετά τον Ποτσετίνο. Πολλοί μπορούν να διαφωνήσουν για το πως απολύθηκε ο Πορτογάλος αλλά Μουρίνιο και Τότεναμ; Απλώς δεν λειτούργησε.
Στη στήλη του στην Daily Telegraph ο Τζέιμι Κάραγκερ, ήταν ενθουσιασμένος για όσα είχε προσφέρει στην Premier ο Μουρίνιο. «Πείτε ότι θέλετε για την πρόσφατη επίδοσή», έγραψε ο πρώην αμυντικός της Λίβερπουλ. «Δεν αλλάζει το γεγονός ότι ο Μουρίνιο είναι ένας από τους καλύτερους προπονητές όλων των εποχών», συμπλήρωσε.
Ο Κάραγκερ ως κορυφαία παραδείγματα ανέδειξε τους Κρόιφ, Σάκι και Κλαφ. Προπονητές που δικαίως θυμούνται για όσα πέτυχαν στο απόγειο της καριέρας τους και δεν κρίθηκαν για τις κακές προπονητές τους ημέρες.
«Όλοι δυσκολεύτηκαν να διατηρήσουν το επίπεδό τους καθώς εξελισσόνταν το παιχνίδι», επισήμανε ακόμα ο Κάραγκερ. «Το μεγαλείο τους ως προπονητές όμως το ξεπέρασε αυτό», διευκρίνισε. Τίποτα από αυτά δεν είναι ψέματα.
Είναι… αναγχρονιστικό το ποδόσφαιρο του Μουρίνιο;
Είναι όμως που ο Μουρίνιο έχει ξεκαθαρίσει ότι θα επιστρέψει για περισσότερα πράγματα. Για παραπάνω τρόπαια. Το βασικό ερώτημα δεν αφορά στο εάν μπαίνει στο πάνθεον των τοπ προπονητών αλλά για τις κακές χρονιές του στις επιστροφές του τα τελευταία χρόνια όπως και για τους λόγους που έκανε τις επιλογές του αυτές. Το στιλ παιχνιδιού του είναι ένα θέμα. Σε μια εποχή κυριαρχεί το ποδόσφαιρο του Γκουαρδιόλα και το παιχνίδι υψηλής και μεγάλης πίεσης του Κλοπ, ο Μουρίνιο δεν φαίνεται να έχει εξελιχθεί από το στιλ του που τον αντάμειψε τόσο τη δεκαετία του 2000.
Οι φίλαθλοι θέλουν οι ομάδες να παίζουν μπροστά και όχι να γυρίζουν τη μπάλα προς τα πίσω. Είναι σημαντικό ότι και οι παίκτες θέλουν το ίδιο. Θέλουν να παίζουν πιο επιθετικά και γενικά πιο δημιουργικά. Οι παίκτες της Τότεναμ είχαν επηρεαστεί από την αμυντική προσήλωση του Μουρίνιο και από τις ώρες που αφιέρωναν για το πως θα αντιμετωπίσουν αμυντικά τα άκρα της Λίβερπουλ. Ανάλογα πράγματα έγιναν και στη Γιουνάιτεντ. Οι παίκτες βγάζουν ένα συναίσθημα… φθοράς και ειδικά όταν τα πράγματα αρχίζουν να πηγαίνουν άσχημα και να μην νικούν μαζί του.
Αυτό όμως δεν συμβαίνει παντού. Ο Αντόνιο Κόντε και ο Ντιέγκο Σιμεόνε είναι τόσο… σκληροτράχηλοι όσο ο Μουρίνιο. Είναι εξίσου αυστηροί στον τρόπο που δουλεύουν την άμυνά τους και το πόσο στέκονται σε αυτήν. Όμως στην Ίντερ αυτό είναι ένα κομμάτι της ποδοσφαιρικής της κουλτούρας (η έφεση στην άμυνα), όπως αυτό το έχει και η Ατλέτικο. Εκτός απ’ όλα όσα περιμένει ο κόσμος οι παίκτες της Τότεναμ είχαν μάθει σε άλλο στιλ παιχνιδιού που για ένα μεγάλο διάστημα με τον Ποτσετίνο είχε αποδώσει.
Ο τρόπος παιχνιδιού και η διαχείριση των παικτών έφερε τη μεγάλη αμφισβήτηση στον Μουρίνιο. Ο ίδιος είχε μιλήσει το 2019 για μία γενιά παικτών που δεν είναι τόσο ανθεκτικοί, σκληροί και δυνατοί όπως οι Ματεράτσι, Καρβάλιο, Λάμπαρντ και Ζανέτι. Στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είχε φέρει ως παραδείγματα προς αποφυγή τον Λουκ Σο, τον Άντονι Μαρσιάλ, τον Τζέσι Λίνγκαρντ και τον Μάρκους Ράσφορντ. Ως παίκτες που δεν είχαν τον «χαρακτήρα και την προσωπικότητα» που είχε συνηθίσει. Δεν είναι βέβαια ο πρώτος προπονητής που θέτει ερωτήματα για τις νέες γενιές ποδοσφαιριστών και την άλλη προσέγγιση του σύγχρονου παίκτη.
Και οι προπονητές των Ακαδημιών μιλούν για αυτές τις αλλαγές που είναι εκ των πιο μεγάλων προκλήσεωμ. Όμως εάν οι παίκτες έχουν αλλάξει, τότε και οι προπονητές πρέπει να προσαρμοστούν ανάλογα. Ο Γκουαρδιόλα έχει κάνει θαύματα με παίκτες αυτής της γενιάς. Το ίδιο και ο Ποτσετίνο, ο Κλοπ και άλλοι, οδηγώντας νεαρούς παίκτες και νεαρές ομάδες σε τοπ επίπεδο και σε μεγάλες διακρίσεις. Η λίστα των παικτών που έχουν βελτιώσει τα τελευταία χρόνια αυτοί οι προπονητές είναι μεγάλος.
Ποιοι βελτιώθηκαν με τον Μουρίνιο;
Τι γίνεται όμως με τη λίστα των παικτών που βελτιώθηκαν υπό τις οδηγίες του Μουρίνιο σε Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Τότεναμ; Μάλλον είναι μία μικρή λίστα. Όπως υπάρχει μεγάλη απογοήτευση που παίκτες όπως οι Ντε Μπρόινε, Σαλάχ και Λουκάκου δεν ένιωσαν καλά με τον Μουρίνιο και πήραν άλλους δρόμους. Δρόμους μακριά από το Στάμοφρντ Μπριτζ.
Τι υπάρχει όμως μετά για τον Μουρίνιο; Τι θα γίνει για αυτόν; Πως θα είναι το μέλλον του; «Είμαι πάντα στο ποδόσφαιρο», είχε πει εκείνο το απόγευμα της Δευτέρας που είχε χάσει τη δουλειά του στην Τσέλσι (Δεκέμβριος του 2015).
Δεν θέλει να βιώσει ότι και το 2019 όταν περίμενε να πάει Νοέμβριος για να βρει δουλειά. Για να βρεθεί σύλλογος που να ήθελε… σωτηρία για να αποτανθεί σε εκείνον. Εάν δούμε τις ελίτ ομάδες ή ομάδες γενικά σε υψηλό επίπεδο ο Μουρίνιο πέρασε από πέντε από αυτές: Τσέλσι (δύο φορές), Ίντερ, Ρεάλ Μαδρίτης, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Τότεναμ.
Είναι πολύ πιθανό να φανταστεί κανείς ότι η Ίντερ ή η Ρεάλ θα τον καλούσαν πίσω μία μέρα. Η Ρεάλ εξέτασε την πιθανότητα να τον κλείσει για 2η φορά τον Μάρτιο του 2019 αλλά επελέγη ο Ζιντάν. Η Γιουβέντους δελεάστηκε λίγο στην ιδέα της πρόσληψής του αλλά πήγε στο… πείραμα Πίρλο. Μπορεί μία μέρα να διαδεχθεί τον Σιμεόνε στην Ατλέτικο. Η Παρί Σεν Ζερμέν συνδέθηκε μαζί του. Όμως επέλεξε να επενδύσει στον Ποτσετίνο. Άρα οι επιλογές του Μουρίνιο είχαν περιοριστεί αισθητά.
Ο Πορτογάλος βρέθηκε στη θέση του Αντσελότι. Ο Ιταλός έχοντας προπονήσει τη Γιουβέντους, τη Μίλαν, την Τσέλσι, την Παρί, τη Ρεάλ και την Μπάγερν, πήγε μετά στη Νάπολι και την Έβερτον – δύο περήφανες και ιστορικές ομάδες αλλά που δεν ήταν ομάδες ελίτ όπως η Γιουβέντους, η Τσέλσι και η Ρεάλ. Για τον Μουρίνιο δεν ήταν εύκολο να γυρίσει στην Premier εκτός εάν τον πρότεινε ο Μέντες, ο πανίσχυρος ατζέντης του, σε Γουλβς ή Νιουκάστλ.
«Θέλω να έχω την εμπειρία ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου και ενός Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος», είχε τονίσει. «Θέλω να έχω την εμπειρία ενός τουρνουά μικρής διάρκειας», εξήγησε μετά. Μάλλον θα του ταίριαζε.
Πολύ λίγες Εθνικές Ομοσπονδίας θα έδιναν πολύ μεγάλα ποσά για μια εργασία μερικής απασχόλησης. Είναι αυτές οι δουλειές που έχουν προσφερθεί σε προπονητές όπως ο Έρικσον (Αγγλία, Μεξικό και Ακτή Ελεφαντοστού), Καπέλο (Αγγλία και Ρωσία) και Λίπι (Κίνα). Αυτά όμως φαίνεται να ανήκουν στο παρελθόν. Όλα αυτά έδειχναν έναν Μουρίνιο με πολύ πιο περιορισμένες επιλογές μέσα στο πέρασμα των ετών. Ο Μουρίνιο βέβαια έχει στη γρήγορη – ταχεία κλήση του κινητού του ακόμα προέδρους όπως ο Πέρεθ, αν και τα προηγούμενα χρόνια δεν ήταν τόσο ευγενικοί μαζί του. Για έναν προπονητή που κάποτε έφτιαχνε το επαγγελματικό του πλαίσιο όπως το ήθελε και είχε τους όρους του, όλα αυτά πια δείχνουν τόσο μακρινά.
Και τελικά… Ρόμα!
H Ρόμα αποφάσισε να δώσει το τιμόνι της στον Ζοσέ Μουρίνιο και μαζί αρκετά εκατομμύρια ευρώ! Τι δεν κατάφερε; «Για μένα δεν είναι θέμα χρημάτων και οι οπαδοί δεν μπορούν να το καταλάβουν. H Ρόμα, για παράδειγμα, ξόδεψε πολλά εκατομμύρια και δεν είναι καν στο Champions League» είπε ο Γκουαρδιόλα πετώντας την καρφάρα του, ωστόσο οι Τζιαλορόσι είναι σε έναν ευρωπαϊκό τελικό και το βράδυ της Τετάρτης θα παλέψουν για την κούπα του Conference απέναντι στη Φέγενορντ. Δεν είναι συνηθισμένη η ομάδα να βρίσκεται σε τελικούς και για τον Special One είναι μια δυνατή στιγμή.
Αυτός ο άνθρωπος λατρεύει το ποδόσφαιρο, είτε για κάποιους είναι ξεπερασμένος, είτε ο ίδιος έχει περάσει διαστήματα κατά τα οποία αδυνατούσε να οδηγήσει το «καράβι» σε ήρεμα νερά, είτε γιατί… απλά τον αντιπαθούν. Η δυναμική Ρόμα κατάφερε να στείλει εκτός τελικού των Τιράνων την Λέστερ και με το 1-0 χάρη σε γκολ του Τάμι Έιμπραχαμ στον επαναληπτικό του «Ολίμπικο», οι Ρωμαίοι πέρασαν στον μεγάλο τελικό του Europa Conference League.
Ο Ζοσέ Μουρίνιο έβαλε τα κλάματα για την επιτυχία της ομάδας του, ακόμα κι αν αυτός ο τελικός, από άποψη λάμψης, δεν είναι τόσο μεγάλος όσο οι υπόλοιποι που έχει παίξει στην καριέρα του. Αν είναι πετυχημένος στη Ρόμα; Θα φανεί στο χειροκρότημα, αλλά και στην επόμενη χρονιά, εκεί όπου τα εκατομμύρια θα είναι περισσότερα, όπως και ο χρόνος μεγαλύτερος… Στο τέλος κάθε ημέρας πάντως, ο ίδιος ξέρει πως οι ευρωπαϊκές κούπες με Ίντερ, Πόρτο, Γιουνάιτεντ, οι Special σεζόν με Τσέλσι και Ρεάλ τον κρατούν ψηλά, πολύ ψηλά στη συνείδηση του φιλάθλου! Αλλωστε, ο Ζοσέ παραμένει ένας… βασιλιάς του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου!